Η ιστορίες της Βάβως: Στον βουλευτή για εργασία…

Γράφει η Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά* Ήταν το 1954 όταν τα χωριά άρχιζαν να αδειάζουν από τους νέους. Όλοι έφευγαν για μια καλύτερη ζωή. Άλλος για το Βέλγιο, πρώτα...

Ήταν το 1954 όταν τα χωριά άρχιζαν να αδειάζουν από τους νέους. Όλοι έφευγαν για μια καλύτερη ζωή. Άλλος για το Βέλγιο, πρώτα άνοιξε το Βέλγιο, μετά για την Αθήνα και τις πόλεις που είχαν δουλειές και τέλος για τη Γερμανία

Τότε η Θεσπρωτία ψήφιζε μαζί με τα Γιάννενα. Βουλευτής λοιπόν, είχε εκλεγεί και ο Ανδρέας ο Δερδεμέζης από τα Δερβίζιανα.

Ένας κάτοικος από το Ραχούλι Παραμυθιάς σκέφτηκε να έρθει στην Αθήνα για δουλειά, τον είχε ψηφίσει το Δερδεμέζη. Λέει στον πατέρα μου δώσε μου ένα χαρτί τον ψήφισα τον Δερδεμέζη. Του έδωσε ο πατέρας μου το χαρτί και αν δεν τον ψήφιζε πάλι θα του το έδινε.

Πάει στη Αθήνα και να στο γραφείο του Δερδεμέζη. Σε ψήφισα του λέει… Αυτό μου το έδωσε ο δάσκαλος. Ωραία του λέει ο Δερδεμέζης τι θέλεις;

– Δουλεια.

– Τι γράμματα ξέρεις;

– Τρίτη Δημοτικού.

– Να σε στείλω σε ένα εργοστάσιο και του δίνει ένα χαρτί

Πάει στο εργοστάσιο όμως ήταν βαριά η δουλειά και κείνος ήταν μαθημένος έξω με τα πρόβατά του και την ξεκούρασή του. Αυτή η δουλειά δεν μου κάνει, πάει και λέει του Δερδεμέζη την άλλη μέρα. Έτσι άλλαξε πέντε δουλειές.

Κάποτε ο Δερδεμέζης του λέει. Βρες μια δουλειά που σου αρέσει και έλα να σε βάλλω. Ειχε βαρεθεί ο άνθρωπος.

Ψάχνει εδώ, ψάχνει εκεί, μια μέρα άστραψαν τα μάτια του. Αυτό μπορώ να το κάνω και καλύτερα είπε στον εαυτό του, (είχε δει την μπάντα της φιλαρνονικής Αθηνών). Ανάμεσά τους ήταν ένας που κούναγε ένα ξυλάκι.

Έκοψε ένα ξυλάκι και κείνος και το κούναγε, εύκολη δουλειά του φάνηκε όποτε γεμάτος χαρά πάει στο Δερδεμέζη. Θέλω να με κάνεις σαν αυτόν με το ξυλάκι, του είπε.

Τρόμαξε να καταλάβει ο άνθρωπος τι ήθελε να τον κάνει, οπότε του είπε:

– Αυτό δεν γίνεται, θέλει πολλά χρόνια σπουδές.
– Με κοροϊδεύεις, είπε στο βουλευτή.
– Όχι δεν σε κοροϊδεύω.
– Αυτή τη θέση και την καρέκλα που έχεις του είπε θυμωμένα εγώ σου την έδωσα. Και τα λεφτά που παίρνεις από μένα τα παίρνεις.

Βγάζει ο Δερδεμέζης το πορτοφόλι του κάνει υπολογισμό και του δίνει κάτι ψιλά.

Εγώ τόσους μήνες που είμαι βουλευτή πήρα τόσα Έλαβα τόσους σταυρούς σας πέφτει από τόσα, πάρε το μερτικό σου.

Ήρθε στο χωριό και έμεινε και ευχαριστημένος γιατί την Αθήνα δεν την μπορούσε καθόλου.

Πάντα όμως πίστευε πως ο Δερδεμέζης δεν τον έβαλε σε αυτή τη δουλειά γιατί τη φύλαγε για κάποιον πολύ δικό του. Δάσκαλε και σένα σε κορόιδεψαν έλεγε στον πατέρα μου.

In this article

Join the Conversation