Μ-Λ ΚΚΕ Θεσπρωτίας: Παιγνίδι με τη φωτιά σε μια περιοχή που βρωμάει μπαρούτι

Το τελευταίο διάστημα στην πολιτική επικαιρότητα βρίσκονται οι σχέσεις της χώρας μας με την ΕΕ και ιδιαίτερα αυτές με την ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης, τη Γερμανία. Όμως οι...

Στα πλαίσια αυτά, της επιβεβαίωσης του ρόλου των ΗΠΑ και της χρησιμοποίησης της Ελλάδας σαν εργαλείο και προκεχωρημένο φυλάκιο, βρέθηκε στη χώρα μας η Βικτόρια Νούλαντ, βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, αρμόδια για ευρωπαϊκά και ευρασιατικά θέματα. Είναι αυτή που με ωμό, χυδαίο και προσβλητικό τρόπο για τους Ευρωπαίους, ζήτησε την ανοιχτή επέμβαση στην Ουκρανία, με τα μίσθαρνα όργανά της, τους ναζιφασίστες του «Δεξιού Τομέα» και του «Σβόμποντα».

Και παρά το γεγονός ότι η Νούλαντ συναντήθηκε με τον Πρωθυπουργό Α. Τσίπρα και με τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας, Ν. Κοτζιά και Π. Καμμένο, από το κατά τα άλλα λαλίστατο Μέγαρο Μαξίμου, που καθημερινά βγάζει σειρά ανακοινώσεων επί παντός επιστητού, δεν εκδόθηκε καμιά ανακοίνωση για τις συναντήσεις, ενώ οι δύο πλευρές απέφυγαν τις όποιες δηλώσεις, με μόνη εξαίρεση τη δήλωση του Έλληνα υπουργού Άμυνας, όπου μεταξύ των άλλων διαβεβαίωσε την αμερικάνικη πλευρά για το «ψητό», ότι δηλαδή «υπάρχουν δυνατότητες πολλαπλών συνεργασιών  και στον τομέα της ενέργειας και στον τομέα της άμυνας». Από αμερικανικής πλευράς υπήρξε μια γενικόλογη ανακοίνωση της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών, με την οποία οι συνομιλίες χαρακτηρίζονται «πολύ καλές».

Φαίνεται ότι η Ελλάδα αποκτάει ένα επιπρόσθετο γεωστρατηγικό ενδιαφέρον για τον αμερικάνικο παράγοντα, σε μια στιγμή που δεν έχει τις καλύτερες σχέσεις με την Τουρκία και το Ισραήλ, ενώ ακόμη και η  Σαουδική Αραβία σε πιο ήπιους τόνους και το Ισραήλ, θεωρούν προβληματική τη συμφωνία ΗΠΑ – Ιράν. Οι Αμερικάνοι, αξιοποιώντας τη δράση των τζιχαντιστών, θέλουν η χώρα μας να στηρίξει τη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Μέση Ανατολή, παραχωρώντας τη  βάση της Σούδας, κρίσιμη υποδομή για υποστήριξη αεροναυτικών επιχειρήσεων. Έτσι στο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ τη Δευτέρα, με τη σύμφωνη γνώμη του εκπροσώπου της ελληνικής κυβέρνησης, αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Ν. Χουντή, πήρε αποφάσεις που ανοίγουν δρόμο για «στρατιωτική δράση» στη Μέση Ανατολή, με πρόσχημα το λεγόμενο «Ισλαμικό Κράτος». Ταυτόχρονα η κυβέρνηση συμμετέχει στις ευρωατλαντικές στρατιωτικές «Ασκήσεις Συνεκπαίδευσης», στις «Ασκήσεις Χειρισμού Κρίσεων», στην υλοποίηση του «Σχεδίου Δράσης Ετοιμότητας του ΝΑΤΟ».

Η κ. Νούλαντ  μάλιστα επέτρεψε μια «κανονική», ελεγχόμενη δηλαδή, σχέση με τη Ρωσία, δηλώνοντας ότι «δεν έχουμε κανένα πρόβλημα και θέλουμε την Ελλάδα να έχει μια κανονική σχέση με τη Ρωσία (…) Μια σχέση ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Ρωσία ήταν πολύ χρήσιμη στο παρελθόν σε ό,τι αφορά τη μετάδοση σαφών μηνυμάτων. Και θα ήθελα να συνεχιστεί»…

Τέλος οι ΗΠΑ βλέπουν με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, τα μεγάλα αποθέματα υδρογονανθράκων της περιοχής, για λογαριασμό των αμερικάνικων ενεργειακών κολοσσών.

Η ελληνική κυβέρνηση από την πλευρά της αποδέχεται αυτόν το ρόλο του υποτελούς κολαούζου και «διαμεσολαβητή» των υπερατλαντικών «προστατών». Μέσα σε ένα περιβάλλον το οποίο χαρακτηρίζεται από μία μεγάλη ρευστότητα, επιχειρεί να αξιοποιήσει το χαρτί της γεωπολιτικής-γεωστρατηγικής αξίας της χώρας, ευελπιστώντας σε μια «υποστήριξη» του αμερικάνικου παράγοντα στα παζάρια με τους δανειστές-τοκογλύφους και σε κάποια οφέλη της μεγαλοαστικής τάξης από τις υπηρεσίες που θα προσφέρει, τάζοντας στις ΗΠΑ και σημαντικό μερίδιο από τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες.

Ταυτόχρονα, αντιγράφοντας τον «Εθνάρχη» Κων. Καραμανλή, κάνει ανοίγματα και σε άλλες κατευθύνσεις (Ρωσία, Κίνα), υπερηφανευόμενη για την «πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική» και για τον «σταθεροποιητικό ρόλο» της Ελλάδας. Στα πλαίσια αυτά και το Δόγμα Κοτζιά που θέλει να αναδείξει και να εκμεταλλευτεί τη γεωπολιτική θέση της χώρας και να βάλει σε δεύτερη μοίρα το οικονομικό ζήτημα : «Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι (…) “τόσα σας χρωστάμε – τόσα μας χρωστάτε”, πάνω από όλα υπάρχει εδώ και καιρό ένα πολιτικό πρόβλημα (…) Σε αυτό το πολιτικό πρόβλημα ο συσχετισμός ισχύος της Ελλάδας με τους άλλους είναι πολύ καλύτερος (…) από ό,τι είναι στον οικονομικό τομέα. Στον οικονομικό τομέα είμαστε πολύ πιο αδύνατοι, εδώ είμαστε πιο ισχυροί. Μου είναι πιο εύκολο να διαπραγματεύομαι με το πολιτικό ζήτημα, παρά να διαπραγματεύομαι μόνο χρηματοπιστωτικά».

Η πολιτική αυτή της υποτέλειας και της εξάρτησης εθελοτυφλεί μπροστά στην εμπειρία από τις πάμπολλες «υπηρεσίες» που προσέφερε η χώρα μας στους Αμερικάνους, που ούτε της εξασφάλισαν, ούτε θα της εξασφαλίσουν ποτέ τα κυριαρχικά της δικαιώματα, με τραυματική απόδειξη, το χουντικό πραξικόπημα, την εισβολή στην Κύπρο και τις μεθοδεύσεις για την οριστική διχοτόμησή της, τις «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, το θέμα με τη Π. Γ. Δ. Μακεδονίας, τη Θράκη κ.α.

Η πολιτική αυτή, κοντά σε ένα φλεγόμενο «τρίγωνο» (Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική), σε μια περιοχή που βρωμά μπαρούτι από παντού, είναι ένα παιγνίδι με τη φωτιά, αφού εμπλέκει πιο βαθιά τη χώρα μας στο πεδίο αυτό της εκδήλωσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται για το λαό μας αλλά και τους όλους τους λαούς της περιοχής.

In this article

Join the Conversation