Βύρωνας Πολύδωρας: Requiem για τον Αλέξη Αναστασίου

Έχασα έναν καλό μου φίλο. Έναν αδερφό. Τον Αλέξη Αναστασίου. Τον ακρίτα Θεσπρωτό. Τον βιγλάτορα της Μουργκάνας. Τον παραπλέοντα και περιπολούντα με ένα βαρκάκι με ιστίο στις Θεσπρωτικές...

Το μέλλον της πατρίδας μας.Ύστερα χώρισαν οι δρόμοι μας. Όχι και τα πνεύματά μας. Το ένα καρτερούσε το άλλο. Μετά από χρόνια, πολλά χρόνια, έπεσε στα χέρια μου μια τοπική εφημερίδα (Θεσπρωτική-Ηπειρωτική), η «Τιτάνη». Όνομα οικείο και αγαπημένο. Ανήκε στη απόκρυφη κασετίνα μου των μυστικών γνώσεων. Τοπωνύμιο στο Φιλιάτι, που παρέπεμπε στη χώρα των Τιτάνων, των θεών, ημίθεων και γιγάντων πριν από το δωδεκάθεο. Και τα Τάρταρα, ο τόπος κατοικίας των Τιτάνων, στου Αχέροντα τα υπόγεια νερά βρίσκονταν.Εκεί κοντά, στη Γλυκή στο Μαργαρίτι.

Ήταν η εφημερίδα (μια από τις εφημερίδες του, η άλλη ήταν η «Τόλμη») του Αλέξη. Του φίλου μου και ομοϊδεάτη μου. Του Ελληνολάτρη, του καθήμενου υπό την Δωδωναίαν Δρυν (όπως έγραφε ο Παπαδιαμάντης «Υπό την βασιλικήν Δρυν») και επισκοπούντα την Ήπειρον όλη. Η ματιά του και η πέννα του, θάλπος για τον αδύνατο Θεσπρωτό-Ηπειρώτη-Έλληνα. Και βέλος του Οδυσσέα (μνηστηροκτόνο) για τον αδικούντα κοτζαμπάση, πλουτοκράτη, ολιγάρχη, νεποτικό και τους μπράβους, τα τζομπανόσκυλά του.

Αέτωμα και προμετωπίδα στις σελίδες των «ΑΛΕΞ(Η) ΚΕΡΑΥΝΩΝ» του, το μότο-πολεμικό σύνθημα: «Εγώ λεύτερος θα είμαι, ακόμα και αν με δέσουν με χίλιες αλυσίδες» και στην απέναντι σελίδα το παρασύνθημα: «Τη λευτεριά ή τη σκλαβιά την κουβαλά ο καθένας μέσα του». Αυτές οι επιγραφές, αυτά τα αποφθέγματα ήταν η υπογραφή του. Ο αναμμένος πυρσός της φρυκτωρίας του. Το σήμαντρό του. Ή ακόμη και ο ψίθυρος της εξομολόγησής του κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού του, ας πούμε στο μοναστήρι της Θεοτόκου στο Γηρομέρι.

Η πνοή και ο τόνος ήσαν τα στοιχεία, σαν τα δακτυλικά αποτυπώματα, της γραφής του. Είχε την ποίηση μέσα του. Μιλούσε κι έγραφε προσωδιακά. Το ηπειρωτικό δημοτικό τραγούδι της ξενιτειάς και του θανάτου, της χαράς και του θερισμού ή του τρύγου ή της μαζικής πεζοπορίας των αλειφιάτηδων στις αφιξαναχωρήσεις τους από και προς το Φιλιάτι, ήταν η αναπνοή του, η δική του σκέψη.Ένα γυμνασμένο μάτι θα έβλεπε στη μορφή τού Αλέξη όλες τις αρετές, τις ποιότητες, τα χαρακτηριστικά της ράτσας του, με εξέχοντα τον σεβασμό προς τον αδύνατο και την ανυπακοή προς τον κάθε αφέντη εκεί αποτυπωμένα.Στα χρόνια της «μνημονιακής κατοχής» μια θλίψη βαθειά χαράκωσε τη μορφή του. Και μια αγριάδα σαν ριπή από σπίθες έβγαινε από τα μάτια του. Είμαστε το ίδιο. Είναι (ήταν όμοιός μου)!

Η δύναμη της ψυχής και της πέννας τού Αλέξη Αναστασίου ήταν τεράστια. Και άκαμπτη. Ο σκοπός της δράσης του, ήταν απόλυτος και αυστηρά οριοθετημένος. Και δεν ήταν άλλος από την ελευθερία. Την ατομική, την εθνική, την ανόθευτη και ανέκπτωτη. Και λίγο ελεύθερος και λίγο σκλάβος ή υποτελής δεν γίνεται. Ο συμβιβασμός επί κέρδει είναι παραλλαγή εθελοδουλείας.

Πρέπει να αποκρουσθεί. Αν θέλουμε να είμαστε άνθρωποι, να μείνουμε Έλληνες. Τηρητής του μηνύματος του Σουλίου και του Ζαλόγγου ήταν (είμαστε) και τίποτ’ άλλο.Τώρα που ο Αλέξης ανελήφθη στους ουρανούς, δεν χωρεί αμφιβολία ότι θα κατοπτεύει τα πάντα (Θεσπρωτικά, Ηπειρωτικά, Ελληνικά), από ψηλά.

Σαν οξυδερκής αετός. Αυτό έκανε πάντα. Αυτό θα συνεχίσει να κάνει. Και εμείς που ζούμε ακόμη, θα τον βλέπουμε να πετά. Φθάνει να κοιτάζουμε ψηλά.

Όχι σκυφτοί! Και θα τον χαιρετούμε λέγοντάς του: «καλή αντάμωση» Αλέξη!

In this article

Join the Conversation