Οι ιστορίες της Βάβως: Μικρές ιστορίες στην Παραμυθιά του 1950

Γράφει για την paramythia-online.gr η Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά Γύρισαν ο κόσμος στην πόλη μας. Ο κόσμος που ο πόλεμος τον ξετόρνιασε από δω κι από κει στα βουνά...

-Έχω της είπε η μάνα μου.
-Να σου φέρω λίγο καλαμπόκι να μου δόσεις στάρι για μπόλια;
-Άν έχεις ρόκες άστρο φέρε αλλιώς έχω δεν χρειάζεται. Φέρε ένα αγγείο να σου βάλω.
-Είναι καθαρή η ποδιά μου, βάλε μου στην ποδιά, λίγο εγώ και τα παιδιά θα είμαστε ο αφέντης είναι ακόμα σιακάτ έχει δουλειά ακόμα. Αχ όμως σακατέφκε και φράγκο με το ζόρι το ψωμί.Βάσανα βάσανα.
Της έβαλε η μάνα μου ένα σαγάνι στάρι άσπρο από αυτό που δεν έχει άγανα και είναι πιο νόστιμο.
Την άλλη μέρα ήρθε και είπε, άε μωρή Βέργω τι έπαθα.
-Καλά τι έπαθες μάνα μου, της είπε η μάνα μου με αγωνία.
-Έβαλα τα μπόλια να βράσουν. Τα είχα ώρα, όταν ξαφνικά πετιέται από τη γρεντιά η γάτα μας και πέφτει μες την κατσαρόλα με τα μπόλια.
– Ουι ωρ μαύρη μου και τι έκανες;
-Τι να κάνω την έβγαλα όξω με την κατσαρόλα την πέταξα μακρυά ενώ τα παιδιά άρχισαν να σκούζουν τα μπόλια μας τα μπόλια μας, θέλουμε τα μπόλια μάνα, θέλουμε τα μπόλια.

Τα άπλωσα σε ένα ντεψί και έριξα νερό άντε να βρεις τις τρίχες από τη γάτα μου μουτέφκε μέσα στα μπόλια. Σπυρί σπυρί τα καθαρίσαμαν. Τα βάλαμαν ξανά στη φωτιά και τα έβρασα πάλε. Τους έβαλα μέσα και μια τσίκα ζάχαρη έτσι τα έφαγαν και δεν σκάνιασαν. Α δεν σου είπα, σήμερα η μουτεμένη γάτα ήρθε πάλι η ξάλμη στο σπίτι. Είπα να τη σκοτώσω μα τρώει φίδια και ποντίκια είναι καλή γάτα.

Η μάνα μου της είπε. Άκου έχω λίγο στάρι ακόμα, να σου δώσω και αν έχεις καλαμπόκι άσπρο φέρε μου λίγο.  Θα σου δώκω και λίγο σταρένιο αλεύρι κάνε καμιά λειτουργιά. Έτσι ήταν τότε. Ο ένας κοίταγε και τον άλλον με ότι είχε.
Η γιαγιά μου μοίραζε πορτοκάλια, η Ζωίτσα του Κούρτη σε όποιον αρρώσταινε η ήταν μόνος του έστελνε γιαούρτι πρόβειο πολύ νόστιμο. Οι άνθρωποι βέβαια στην πόλη ήταν όπως και τώρα διαφορετικοί. Όμως αυτή η διαφορετικότητα, ήταν και αυτό που έδινε το χρώμα και τον πλούτο.

Στην Παραμυθιά υπήρχαν και χαρακτηριστικοί τύποι ανθρώπων που έδιναν και κείνοι το δικό τους στίγμα. Τότε δεν είχα την νοημοσύνη να μπορέσω να μαζέψω αυτά που έλεγαν που πολλά τα νόμιζαν αστεία όμως είχαν πολλή σοφία.

Πέρασαν τα χρόνια η ζωή πέρασε και μέσα της πέρασαν άλλα ήθη και άλλα έθιμα. Τα παλιά ξεχάστηκαν. Αυτά τα παλιά όμως δημιουργούσαν παρεές και φιλίες μέχρι το θανατο. Τώρα κανείς δεν θα μπορέσει να ξεχωρίσει την κοπελίτσα του χωριού, από την κοπέλα της πόλης.
Νομίζεις πως όλοι οι άνθρωποι, είναι από το ίδιο καλούπι. Ξέχασαν την προσωπικότητά τους, θέλουν να μοιάσουν σε πρότυπα που πολλά είναι θλιβερά ανθρωπάκια χωρίς πραγματική αξία. Ας περιμένουμε με σκέψη τις γιορτές, με χαμόγελο, αγάπη και αλληλοβοήθεια, ο ένας προς τον άλλο. Ας ξαναβρούμε την ψυχή του Έλληνα την καρδιά του τη λάμψη στα μάτια του.

Ας χτυπήσει στο στήθος μας η Ελληνική καρδιά η Ελληνική ψυχή.


*H Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά,
είναι συγγραφέας, ποιήτρια,
βραβευμένο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών
και μέλος της Διεθνoύς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών


In this article

Join the Conversation