Οι ιστορίες της Βάβως: Η Τσικνοπέμπτη παλιά

Γράφει για την paramythia-online.gr η Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά Καλημέρα, και χρονια πολλά. Καλή Τσικνοπέμπτη. Στα χωριά μας σήμερα θα βάλουν ψησταριές ή θα πάνε σε κάποια ψησταριά θα...

Γράφει για την paramythia-online.gr
η Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά

Καλημέρα, και χρονια πολλά. Καλή Τσικνοπέμπτη. Στα χωριά μας σήμερα θα βάλουν ψησταριές ή θα πάνε σε κάποια ψησταριά θα φάνε και ίσως τραγουδήσουν και χορέψουν. Πριν 60-70 χρόνια το τσίκνισμα δεν ήταν ψησταριά αλλά κρέας στην κατσαρόλα που το άφηναν να αρπάξει λίγο να τσικνίσει να μοσκοβολήσει ο τόπος..

Γίνεται νοστιμότερο το φαγητό αν αρπάξει λίγο. και όπως λέγανε παλιά η τσίκνα πάει στον Όλυμπο στους αρχαίους θεούς. Για μας τα παιδιά, που τριγυρίζαμε στα πόδια τους, έριχναν στα κάρβουνα μικρά κομματάκια να ψηθούν να μας τα δώσουν,, να αδειάσουμε τον τόπο να κάνουν τις δουλειές τους. Πως περνούσαν την Τσικνοπέμπτη στην Παραμυθιά πριν πολλά χρόνια;

Πρώτα πρώττα να θυμήσουμε πως οι οικογένειες ήταν μεγάλες με πολλά άτομα στο ίδιο σπίτι. Εκτός από την οικογένεια σε όλες τις γιορτές μαζεύονταν σε ένα σπίτι οι πιο πολλοί συγγενείς. Στο τζάκι έμπαινε στο κακάβι μια κότα ή ένας κόκορας να γίνει κοκκινιστός. Αυτός θα σερβίρονταν με μακαρόνια πέντε νούμερο που βράζονταν μέσα στο ζουμί του κόκκορα. Ένα κρέας στιφάδο, ή φρικασέ,ή αν ήταν χοιρινό με σέλινα ή λάχανο και σέλινο ή πράσα αυγολέμονο. Από τη νύχτα είχε ψηθεί η κριγιασόπιτα, η σπανακόπιτα και η μπατσαριά.

Κρασί χύμα, ούζο και τσίπουρο θα συνόδευε τα φαγητά. Αναψυκτικά κλπ κλπ δεν είχε άντε και να φούσκωνες από το φα’ι’ έστυβαν ένα λεμόνι με λίγο νερό κι έριχναν μέσα μισό κουταλάκι σόδα. Και όταν είχε αρχίσει το φαγοπότι, έφερνε εκτός από ευχές και το τραγούδι. Στην αρχή ένα του τραπεζιού και μετά τα αποκριάτικα. Και το τραπέζι δεν σηκώνονταν όπως και τις Κυριακές των Απόκρεω, ή την Καθαρά Δευτέρα όλη την ημέρα, Ο κόσμος τότε εργάζονταν σκληρά και η διατροφή τους ήταν λιτή.

Έτσι κάθε φορά που είχαν γιορτή, την χαίρονταν όλοι μαζί με την ψυχή τους. Αφού και μεις τα μικρά, στήναμε το δικό μας χορό. Εκείνον τον καιρό τα γλέντια τους ήταν αυτά των θρησκευτικών εορτών των γάμων των βαπτίσεων και των πανηγυριών…. Και μεταξύ μας, αν το σκεφτείς, πολλές φορές το χρόνο το ρίχνανε στο γλέντι που και από μόνη της η διάθεση, έφτανε τα δημιουργήσει ένα γλέντι τρικούβερτο. Εμείς δε οι Σελλιανίτες μαζεμό δεν είχαμε. Όπου γάμος και χαρά τρέξε γυιε μου μασκαρά. Και επειδή τα πιάτα μας, δεν ήταν ατελείωτα, κάθε τόσο βάζανε καινούρια και μια κοπέλα,, εγώ στο σπίτι μας, τα έπλενα για να τα χρησιμοποιήσουμε σε άλλον επισκέπτη που θα έρχονταν.

Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι λατζέρισσα είμαι. Πρώτη στην χώρα… Και τραγουδάγαμε και παίζαμε χάψαλο, και χορεύαμε αλλά γάνες που είχαν πλάκα δεν μας άφηναν να παίξουμε ούτε σταχτιάρη. Και περιμέναμε με λαχτάρα την αποκριά που θα ανάβαμαν τη τζοραμπίνα. Κάθε γειτονιά τη δική της και μεις την μεγαλύτερη από όλους γιατί η μάνα μου έκανε ζαβολιά.

Μάζευε τη στάχτη μέρες και πριν βάλουμε τα γκαρμπούσια και τα πουρνάρια έριχνε ένα μπουκάλι πετρόλαδο στη στάχτη και έβαζε το σπίρτο. Και φούντωνε η φωτιά μας και φώτιζε τα παιδικά μας πρόσωπα καθώς πάνω από την τζοραμπίνα μας πετούσαν μικρά αστεράκια από τα φύλλα των πουρναριών. Και κει μπροστά ήταν το παραμύθι με τον πρίγκηπα που περιμέναμε να έρθει κάποτε καβάλα στο άσπρο του άλογο.

Καλή Τσικνοπέμπτη και χρόνια πολλά.

Φωτογραφία αρχείου

 

*H Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά,

είναι συγγραφέας, ποιήτρια, βραβευμένο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών
και μέλος της Διεθνoύς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών
In this article

Join the Conversation