Ο Π. Σεϊτανίδης σχολιάζει το μοναδικό ευχάριστο στην επιστροφή στην Αθήνα απο Παραμυθιά, Δευτέρα του Πάσχα

Τελικά δεν χρειάζεται να φυτέψουμε νάρκες στη ΛΕΑ

Πάσχα ήταν και πάει. Όμως για τα εκατομμύρια των Αθηναίων, δεν ήταν οποιοδήποτε Πάσχα, ήταν το πρώτο μετά από τρία χρόνια στο οποίο μπορούσαν δίχως περιορισμούς, να φορτώσουν το αυτοκίνητο με το μισό τους βιός και να πάνε στο χωριό. Να φάνε, να πιούνε, κάθε άλλο παρά νηστικοί να κοιμηθούνε και στην πλειοψηφία τους να πάρουν το δρόμο της επιστροφής την επομένη της Λαμπρής.

Έφαγα, δεν λέω. Δεν ήπια καθώς με το αλκοόλ δεν έχω σχέσεις ενώ και με τον ύπνο δεν τα πήγα και πολύ καλά – τριήμερο με Formula 1, MotoGP και WRC βλέπεις, στο gMotion by Gazzetta πήγαμε τέρμα γκάζι αυτές τις ημέρες. Όμως έπρεπε τη Δευτέρα του Πάσχα να πάρω το δρόμο της επιστροφής και να διασχίσω τη μισή Ελλάδα αφού ως εφαλτήριο είχα την Παραμυθιά Θεσπρωτίας.

Δεν ήταν εύκολη επιστροφή, δεν ήταν γοργή. Γυρίσαμε όμως με ασφάλεια και αυτό είναι το μοναδικό που έχει σημασία στο τέλος. Στο ενδιάμεσο, κατέγραψα πράγματα στις ώρες που πέρασα στο εθνικό δίκτυο και θα μοιραστώ όσα είδα να συμβαίνουν στη ΛΕΑ και με χαροποίησαν.

Όχι, ο μέσος Έλληνας οδηγός δεν απέκτησε ξαφνικά συνείδηση, ο μέσος Έλληνας οδηγός δεν απέκτησε ξαφνικά σεβασμό για τους γύρου του, ο μέσος Έλληνας οδηγός δεν έγινε ξαφνικά άνθρωπος. Αλλά αυτή τη φορά, τουλάχιστον τις ώρες που πέρασα εγώ εκεί, τα πράγματα ήταν λίγο διαφορετικά.

Με το που ξεκίνησε το μποτιλιάρισμα, ο «εξυπνάκιας» που είναι… ανώτερο ον από τους χιλιάδες στα ακινητοποιημένα οχήματα στις κανονικές λωρίδες του δρόμου, ξεκίνησε να χώνεται από τη Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης. Με παιδί στο αυτοκίνητο, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα περισσότερο από το να τους βλέπεις, απογοητευμένος, να περνούν. Και να σκέφτεσαι κατά πόσο η λύση απέναντι στην κουτοπονηριά του μέσου Έλληνα οδηγού θα ήταν να φυτέψουμε νάρκες κατά μήκος της ΛΕΑ, που να ενεργοποιούνται κάθε που τις πατά όχημα δίχως σειρήνα.

Το μόνο που χρειάστηκε ήταν ένα περιπολικό, δύο αστυνομικοί και κατσαβίδια. Για να μαζεύουν πινακίδες. Κι άσε τον Ελληνάρα να ψάχνει δικαιολογίες και να γκρινιάζει.

Μπαίνεις στη ΛΕΑ για να προσπεράσεις του «κουτούς»; Πινακίδες και δίπλωμα για δύο μήνες και 200 ευρώ πρόστιμο. Το κάνεις ξανά εντός εξαμήνου; Τέσσερις μήνες το δίπλωμα και το παίρνεις πίσω μόνο με επανεξέταση.

Το θέμα ποιο είναι; Τον τελευταίο χρόνο οι έλεγχοι για παράνομη χρήση της ΛΕΑ έχουν εντατικοποιηθεί. Κι αυτό έχει ταρακουνήσει κάποιους από τους αχαρακτήριστους οδηγούς. Παλαιότερα, ακόμα κι αν γινόταν το θαύμα να υπάρξει κάπως, κάπου, κάποτε, κάποια αστυνόμευση, αμέσως μετά το μπλόκο έμπαιναν στη ΛΕΑ οι ίδιοι και περισσότεροι, με τη λογική «…Αφού ήταν το μπλόκο εκεί, δεν έχει παραπέρα».

Τώρα, όσοι έχουν φάει την ταλαιπωρία στην Αθηνών-Κορίνθου με το κουτάλι, έχουν δει πως συχνά, το μπλόκο δεν είναι ένα. Υπάρχουν κι άλλα.

Κι ως διά μαγείας, μετά από αυτό, δεν είδα ούτε έναν να μπαίνει ξανά στη ΛΕΑ. Ούτε καν έναν που του είχαν ήδη πάρει τις πινακίδες! Το λες και μία κάποια ικανοποίηση.

Από εδώ και πέρα, το πράγμα είναι ξεκάθαρο και απλό. Ειδικά σε κάθε μεγάλη έξοδο/είσοδο, 2-3 ελέγχους σε κομβικά σημεία που θα λειτουργούν παραδειγματικά.

Και για να το πάμε και ένα βήμα παραπέρα, γιατί να μην αξιοποιηθούν οι κάμερες διαχείρισης κυκλοφορίας; Δεν χρειάζεται να καταγραφεί ταχύτητα ή κάποια άλλη παράμετρος, μόνο η είσοδος στη ΛΕΑ. Να ελέγχονται τα video από τις κάμερες. Και σε κάθε παραβάτη, να πηγαίνει σπίτι το ραβασάκι που να τον καλεί να παραδώσει πινακίδες και δίπλωμα. Τότε θα σταματήσουν όλοι και διά παντός να μπαίνουν στη ΛΕΑ. Όπως συμβαίνει σε κάθε πολιτισμένη χώρα αυτού του πλανήτη.

Και δε θα χρειαστεί να φυτέψουμε και τις νάρκες τελικά

Απο την Gazzetta



In this article

Join the Conversation