Γιατί οι εκπαιδευτικοί αντιδρούμε στην αξιολόγηση Κεραμέως | Γράφει ο Μιχάλης Θεοδώρου

Ένα σύστημα τόσο γραφειοκρατικό και ανεφάρμοστο...

Αγαπητέ γονέα,

Θέλω καταρχάς να γνωρίζεις ότι οι εκπαιδευτικοί είμαστε «υπέρ ενός συστήματος αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου, που θα έχει ως στόχο την αναβάθμιση της εκπαίδευσης» και όχι κατά, όπως σκόπιμα διαρρέεται.  Αυτή είναι η ψηφισμένη άποψη της ΔΟΕ (Απόφαση 88ης Γενικής Συνέλευσης).  Ωστόσο οι αλλαγές στην εκπαίδευση δεν γίνονται με έκδοση Υπουργικών Αποφάσεων, απαιτούν διαβούλευση. Το πρωτοφανές μπαράζ δικαστικών αγωγών της Υπουργού κατά της ΔΟΕ, δείχνει το αγεφύρωτο χάσμα επικοινωνίας.

Ήδη το ΥΠΑΙΘ, διαθέτει από το σχολικό έτος 2021-22   τεράστιο όγκο υλικού, από τις διαδικασίες εσωτερικής αυτοαξιολόγησης των σχολείων (αρχική αποτίμηση, σχέδια δράσης, τελικές εκθέσεις) και από τα δεκάδες χιλιάδες συμπληρωμένα ερωτηματολόγια  για τα  Εργαστήρια  Δεξιοτήτων. Για τη δημιουργία του, οι εκπαιδευτικοί εργάστηκαν αμέτρητες  ώρες, θυσιάζοντας πολύτιμο εργασιακό χρόνο, εις βάρος των μαθησιακών αναγκών των μαθητών. Αυτό το υλικό, ακόμα «κοιμάται», αναρτημένο στην πλατφόρμα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ). Όσο και αν φαίνεται αδιανόητο, το ΥΠΑΙΘ δεν το αξιοποίησε στο ελάχιστο! Δεν το χρησιμοποίησε για να τροποποιήσει ή να αλλάξει το παραμικρό στα σχολεία!  Η μόνη καταγεγραμμένη ως σήμερα αξία αυτής της διαδικασίας, ακούει στη λέξη ΕΣΠΑ και στα κονδύλια που απορροφήθηκαν. Μόνο αυτό ενδιέφερε το ΥΠΑΙΘ;

Φέτος  το ΥΠΑΙΘ θα εφαρμόσει λέει,  επιπλέον, και την εξωτερική αξιολόγηση. Ένα σύστημα τόσο γραφειοκρατικό και ανεφάρμοστο, που για παράδειγμα, ο Υπουργός των Εσωτερικών της ίδιας κυβέρνησης, το κατάργησε λόγω γραφειοκρατίας  για τους υπαλλήλους του Δημοσίου και το διατήρησε μόνο για τους προϊσταμένους. Στα σχολεία, ο αξιολογητής θα πρέπει μέσα στα 45 λεπτά της διδακτικής ώρας να αξιολογήσει τον εκπαιδευτικό σε 60 κριτήρια, δηλαδή 1 κριτήριο σε 45 δευτερόλεπτα! Αυτό αρκεί για να πεισθεί οποιοσδήποτε.

Όμως έχει και ακόμα χειρότερα. Ας πάρουμε ως παράδειγμα έναν μικρό νομό, το νομό Θεσπρωτίας που ζω. Έχει 220 δασκάλους και θα έχει μόνο έναν «σύμβουλο» αξιολογητή. Αυτός (ενδεικτικά) θα πρέπει κάθε χρόνο  να υπογράφει 220 συμφωνητικά με τους εκπαιδευτικούς πριν από κάθε συνάντηση, δηλαδή σύνολο 440, αφού οι συναντήσεις θα είναι δυο κάθε χρόνο. Να καταγράψει άλλες 440 φορές στην ηλεκτρονική πλατφόρμα τα αποτελέσματα των συναντήσεων, να συντάξει 220 τελικές ατομικές εκθέσεις εκπαιδευτικών και να απαντήσει σε 60, 70 ή και 80 ενστάσεις που θα του γίνουν. Αυτός ο άνθρωπος θα προλαβαίνει να ασκεί άραγε συμβουλευτικό και παιδαγωγικό έργο; Προφανώς όχι. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης,  το 2010 στον νομό υπήρχαν τρεις σύμβουλοι,  παρόλο που δεν είχαν καθήκοντα εξωτερικής αξιολόγησης και ασκούσαν μόνο παιδαγωγικό και συμβουλευτικό έργο.

Ας πούμε τώρα, ότι ένας δάσκαλος κριθεί «εξαιρετικός». Το ΥΠΑΙΘ θα του παρέχει κάποια  αμοιβή; Απολύτως καμία. Θα τον μοριοδοτεί, για να γίνει στο μέλλον διευθυντής σχολείου. Δηλαδή το ΥΠΑΙΘ τον «εξαιρετικό» δάσκαλο, θα τον βγάζει από την τάξη, που είναι «εξαιρετικός», για να τον κάνει διευθυντή! Παγκόσμια πρωτοτυπία.

Επιπλέον, ο κάθε εκπαιδευτικός θα πρέπει να ενημερώνει τον προσωπικό του ηλεκτρονικό φάκελο και να τον συμπληρώνει μεταξύ άλλων και με «προσόντα» που θα βελτιώνουν την μοριοδότησή του. Συχνά όμως αυτά τα προσόντα, αν και νόμιμα, δεν είναι πάντα και ηθικά,  είναι αμφίβολης ποιότητας και προφανώς δεν είναι δωρεάν. Για την απόκτησή τους ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να  λείψει μέρες από το σχολείο, εις βάρος των μαθησιακών αποτελεσμάτων. Το μόνο όφελος, είναι για ένα πλέγμα φορέων που πιστοποιούν τέτοια «προσόντα», αλλά αυτό καθόλου δεν αναβαθμίζει την ποιότητα της παρεχόμενης παιδείας.

Όλα τα παραπάνω για να συμβούν, θα πρέπει τα παιδιά σας και οι μαθητές μας  να στερηθούν αναγκαστικά πολύτιμο  διδακτικό  χρόνο, που θα πρέπει να διατεθεί για διαδικασίες αξιολόγησης, που δεν έχουν κανένα θετικό αποτέλεσμα. Άλλωστε, ένας εξωτερικός «αξιολογητής» είναι αντικειμενικά αδύνατο να εκτιμήσει και να δει  τις αδυναμίες ενός συστήματος, ιδίως ενός σχολείου, ερχόμενος για επίσκεψη δυο φορές τον χρόνο.  Στη Φινλανδία για παράδειγμα, η αξιολόγηση στηρίζεται αποκλειστικά σε εσωτερικές διαδικασίες και όχι εξωτερικές, επενδυμένη  με τα κατάλληλα θεσμικά αντίβαρα.

Οι αποτυχημένες αυτές πολιτικές, έχουν τις ρίζες τους σε νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, που σήμερα τις εγκατέλειψαν ακόμα και οι φανατικότεροι οπαδοί τους. Αρχικά στις ΗΠΑ, το 1983 η κυβέρνηση Reagan στηρίχτηκε στη μελέτη  Nation at Risk,  θεωρώντας ότι μόνο ένα αυστηρό σύστημα λογοδοσίας, αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, μετρήσεις επιδόσεων των μαθητών κ.ά. θα βελτίωνε το σύστημα εκπαίδευσης.  Το μοντέλο αυτό επικράτησε σταδιακά σε ολόκληρο τον αγγλοσαξονικό κόσμο, με ολέθρια αποτελέσματα. Η δαιμονοποίηση των εκπαιδευτικών δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Ο καλός δάσκαλος αποδείχτηκε ότι δεν μπορεί πάντα να εντοπιστεί με εξωτερικές γραφειοκρατικές μετρήσεις. Ο καλός δάσκαλος όμως σε αυτές τις χώρες παραιτήθηκε, βρίσκοντας άλλο επάγγελμα, όταν σε χώρες όπως η Φινλανδία, οι εκπαιδευτικοί προέρχονται από το ανώτερο τρίτο των αποφοίτων της. Η εντονότερη κριτική ενάντια σε αυτό το σύστημα, ασκήθηκε από τη Μέκκα του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ, ακόμα και από το επιχειρηματικό περιοδικό Bloomberg Businessweek.

Ακριβώς όπως και τότε στον αγγλοσαξονικό κόσμο, έτσι και σήμερα οι Έλληνες εκπαιδευτικοί φωνάζουν ότι δεν προλαβαίνουν να κάνουν μάθημα και να ασχοληθούν με τους μαθητές τους, γιατί γράφουν «χαρτιά». Ίσως πίσω από αυτά «χαρτιά» που πρέπει να γράψουμε, εκτιμώ ότι κρύβεται  η  αιτία πολλών φαινομένων σχολικού εκφοβισμού. Αντί να παρατηρήσουμε με ηρεμία και άνεση χρόνου τη συμπεριφορά και το βλέμμα του μαθητή μας, τρέχουμε να συμπληρώσουμε «χαρτιά» που δεν έχουν τελειωμό. Ακριβώς όπως τότε σε αυτές τις χώρες, βλέπουμε στην Ελλάδα σήμερα για πρώτη φορά, εκπαιδευτικούς να εγκαταλείπουν, είτε με πρόωρη σύνταξη, είτε μέσα από μετατάξεις κτλ.

Είναι πλέον γεγονός ότι το σχολείο, εμείς οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές μας, έχουμε μπει δυστυχώς στη «ζώνη θυέλλης». Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να δει τη σημαντική επιδείνωση στις επιδόσεις των σημερινών Ελλήνων μαθητών (Learning Crisis). Οι μαθητές σήμερα στο δημοτικό δεν αποκτούν βασικές γνώσεις στη Γλώσσα και στα Μαθηματικά (Back to Basic). Το δημόσιο σχολείο που πρέπει να είναι το αποκούμπι των μη προνομιούχων στρωμάτων δεν μπορεί πλέον να σταθεί ως μηχανισμός κοινωνικής ανόδου για τους ικανούς αλλά μη προνομιούχους μαθητές του. Αντί λοιπόν το ΥΠΑΙΘ να εστιάσει στο πρόβλημα, μας φορτώνει με περισσότερη και άχρηστη γραφειοκρατία, εις βάρος της επίτευξης  των αναγκαίων συναισθηματικών και γνωστικών στόχων για τους μαθητές μας, βαθαίνοντας περισσότερο την υπαρκτή κρίση.

Αγαπητέ γονέα, δεν είμαστε ούτε «τεμπέληδες», ούτε και φοβόμαστε καμία αξιολόγηση. Άλλωστε είμαστε ένας σπάνιος (ίσως και μοναδικός) κλάδος για τη χώρα, γιατί  εισαχθήκαμε με πανελλήνιες, διοριστήκαμε αξιοκρατικά και έχουμε το μεγαλύτερο ποσοστό δεύτερων πτυχίων, μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων στη χώρα.  Ελπίζω στον αγώνα μας για ακύρωση αυτής της πολιτικής, να πορευθούμε μαζί στην ίδια πλευρά. Θέλουμε και ζητάμε τη στήριξή σου.

Θεοδώρου Μιχάλης,
Δάσκαλος
Διευθυντής στο 1ο Δ.Σ. Φιλιατών «Κωνσταντίνος Ζάππας»
Αιρετός στο ΠΥΣΠΕ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ




In this article

Join the Conversation