Λαμπρά εορτάστηκε η μνήμη του οσίου Νικάνορος του θαυματουργού στην πόλη της Καστοριάς και συγκεκριμένα στον ομώνυμο ναό στην περιοχή της Χλόης.
Κατά την παραμονή της εορτής, πραγματοποιήθηκε η υποδοχή της κάρας του αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας που μετέφερε ο ηγούμενος της Μονής του Αγίου Νικολάου του Αναπαυσά Μετεώρων.
Στον Μέγα Εσπερινό, προς το τέλος του οποίου ακολούθησε λιτανεία, χοροστάτησε ο Μητροπολίτης Παραμυθίας κ. Σεραπίων, συγχοροστατούντων του Μητροπολίτου Μετεώρων και Σταγών κ. Θεοκλήτου και του Μητροπολίτου Καστορίας κ. Καλλινίκου. Κηρύττοντας ο κ. Σεραπίων σημείωσε ότι “ο λαός αναγνωρίζει τον όσιο Νικάνορα τον θαυματουργό ως ιδιαίτερο προστάτη της νεότητας. Μαρτυρία αυτής της προστασίας του αγίου αποτελεί το θαυμαστό γεγονός που εκτυλίχθηκε κατά τις αρχές του 20ου αι., όταν η Κατοριά δοκιμαζόταν από την φοβερή επιδημία της Οστρακιάς, η οποία έπληττε κυρίως τα μικρά παιδιά. Τότε κλήρος και λαός απευθύνθηκαν προς τον όσιο Νικάνορα, λιτάνευσαν την αγία κάρα του στους δρόμους της πόλης και κατά θαυμαστό τρόπο σταμάτησε αμέσως αυτή η μεγάλη επιδημία. Και έτσι σώθηκαν τα παιδιά της πόλεως”.
Και πρόσθεσε: “Ο όσιος Νικάνωρ έλαμψε μέσα από την απλότητα, την καθαρότητα της καρδιά του, αλλά και την ακλόνητη πίστη του στον Ιησού Χριστό”.
Ανήμερα της εορτής τελέσθηκαν ο όρθρος και η θεία λειτουργία προεξάρχοντος του Μητροπολίτου Σταγών και Μετεώρων κ. Θεοκλήτου και συλλειτουργούντων του Μητροπολίτου Παραμυθίας κ. Σεραπίωνος και του επιχωρίου Μητροπολίτου κ. Καλλινίκου.
Μιλώντας ο Μητροπολίτης κ. Θεόκλητος τόνισε ότι “όλοι οι άγιοι έψαχναν στη ζωή τους να βρουν τον Θεό. Και ο Θεός τους αποκαλύπτονταν όταν αυτός ήθελε και όταν αυτός επιθυμούσε. Και για να γίνει ένας άνθρωπος άγιος, πάει να πει ότι ο Θεός του αποκαλύφθηκε. Πάει να πει ότι έχει τη χάρη του Θεού. Οι άγιοι αποζητούσαν τη χάρη του Θεού που δεν ήταν πάντοτε μαζί τους, ερχόταν και έφευγε, αλλά στο τέλος η χάρη τους επεσκίασε και τους οδήγησε στον Παράδεισο μαζί με τον Θεό. Αυτό ήταν οι άγιοι. Ένας αγώνας διαρκής σύμφωνα με αυτά, που μας είπε ο Χριστός”.
Ο άγιος Νικάνορας, που μετά από πολλά χρόνια μετάνοιας και νηστείας και άσκησης και αδιάκοπης προσευχής, ίδρυσε τη Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρα Χριστού ή Ζάβορδας (από το χωριό, που δεν σώζεται σήμερα) στα Γρεβενά, κατάφερε να γνωρίσει τον Χριστό, όχι διανοητικά, αλλά βιωματικά.
Η αποδοχή της ύπαρξης του Θεού συνδέθηκε με την προσωπική του ζωή. Έτσι, μετά την κοίμησή του, στις 7 Αυγούστου του 1549, τα λείψανά του, επιτελούν αναρίθμητα θαύματα.
Στην δυτική πλευρά του Καλλιστράτου όρους, σε απότομα βράχια πάνω από τον Αλιάκμονα, μέσα στο σπήλαιο υπάρχει το «ασκηταριό» του αγίου, όπου ζούσε, με πολλές υλικές στερήσεις, αλλά και με πολλές θεϊκές απολαύσεις.
Από μικρός ακόμη, που δέχθηκε τη σωστή καθοδήγηση από τους πλούσιους και ενάρετους γονείς του, η ζωή του μεταμορφώθηκε, μέσω της πίστης, και κάθε του κίνηση και συμπεριφορά ήταν μια εμπειρία μεταμόρφωσης.
Και όταν ήρθε η ώρα, μετά το θάνατο της μητέρας του, τα μοίρασε όλα σε φτωχούς, και ακολούθησε το δρόμο της αφιέρωσης.
Γιατί αισθανόταν ότι αυτός ήταν ο δρόμος της Ανάστασης, της οποίας την ανταύγεια ζούσε στη ζωή του. Είχε δοκιμάσει τη δύναμη του αναστημένου Χριστού στον ίδιο τον εαυτό του.
Είχε γονατίσει μπροστά στο θείο μεγαλείο, είχε ακούσει μυστικά μέσα του τη φωνή του Κυρίου. Και είχε γοητευτεί από την παρουσία Του.
Με άλλα λόγια είχε αναγεννηθεί θαυματουργικά από το φως της Ανάστασης, γι’ αυτό και τα λείψανά του θαυματουργούν. Είχε γίνει νέος άνθρωπος, γεμάτος από την ελπίδα του Χριστού.
Ο Θεός έκανε ψηλαφητή την παρουσία Του μέσα στην ψυχή του αγίου Νικάνορα. Και αυτό δεν ήταν ένα απλό γεγονός, αλλά μια κατάσταση ζωής, αφού ο Χριστός δεν ήταν ένας μακρινός Θεός, ξένος ως προς τις ανάγκες του.
Και αυτό το δίδαγμα αφήνουν οι θαυματουργίες του αγίου Νικάνορα. Να μπορέσουμε, δηλαδή, να δούμε το Θεό σαν τον μεγάλο μας αδελφό, που ανοίγει το δρόμο και για τη δική μου και για τη δική σου και για όλων μας τη σωτηρία.
Έτσι δεν θα χρειαζόμαστε άλλες αποδείξεις για την παρουσία του Θεού ανάμεσά μας. Θα τις κρατάμε στα χέρια μας, θα τις ζούμε, θα τις θυμόμαστε. Έτσι, θα τον ομολογούμε κάθε ώρα, κάθε στιγμή.