Ο Κώστας Χατζιδάκης έχει μετατραπεί σε επαγγελματία εκκαθαριστή δημόσιας περιουσίας. Κρίνοντας από το πόθεν έσχες του, μπήκε στην πολιτική με λίγα, ενώ σήμερα έχει πολλά. Ειδικεύεται στην προετοιμασία μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων για κλείσιμο, Ολυμπιακή, ΔΕΗ, ΟΣΕ. Κάθε φορά, το ίδιο
σενάριο. Διορίζει διοίκηση που θα εκτελέσει τις εντολές, όπως τον Γ. Σκληκα στα ΕΛΤΑ, οδηγεί την επιχείρηση σε κατάρρευση, και παραδίδει τα κομμάτια σε “επενδυτές.” Πάντα με σκληρό, ανάλγητο τρόπο. Οι άνθρωποι είναι αριθμοί, οι κοινότητες “μη βιώσιμες,” η κοινή ωφέλεια απλώς ένα εμπόδιο στην
αποδοτικότητα. Όταν ήταν Υπουργός Οικονομικών, διόρισε τον κολλητό του Σκληκα για να δράσει την κατάλληλη ώρα. Και η ώρα ήρθε, 205 καταστήματα ΕΛΤΑ κλείνουν, χιλιάδες άνθρωποι κόβονται από βασικές υπηρεσίες. Το σχέδιο υλοποιείται.
Το κλείσιμο 205 καταστημάτων δεν είναι απλώς μία διοικητική απόφαση, είναι η συστηματική αποδόμηση του τελευταίου δημόσιου δικτύου που φτάνει παντού. Στα χωριά της Ηπείρου, στα νησιά του Αιγαίου, στις ορεινές κοινότητες του Έβρου, το ταχυδρομείο δεν είναι απλώς ένα κατάστημα. Είναι ο τόπος όπου η κυρα-Μαρία παίρνει τη σύνταξή της, όπου ο κυρ-Γιάννης πληρώνει τους λογαριασμούς του, και οι ηλικιωμένοι συναντιούνται, μιλούν, ανταλλάσσουν ειδήσεις. Είναι κοινωνική δομή, όχι επιχείρηση. Όταν κλείνει το ταχυδρομείο, κλείνει κι ένα κομμάτι της ζωής της κοινότητας. Η απόσταση μεγαλώνει, όχι μόνο σε χιλιόμετρα, αλλά και σε αξιοπρέπεια. Για έναν 80χρονο που δεν ξέρει internet banking, η πιο κοντινή τράπεζα μπορεί να απέχει 30 χιλιόμετρα. Για μια μάνα στο νησί, το δέμα με τα φάρμακα μπορεί να μην έρθει ποτέ.
Και υπάρχει κάτι ακόμα, κάτι που χάνεται στις λογιστικές ισορροπίες και τα επιχειρηματικά σχέδια, ο ταχυδρόμος. Εκείνος που ξέρει ποια πόρτα χτυπάει δυνατά γιατί η γιαγιά δεν ακούει καλά, που αφήνει το δέμα στον γείτονα όταν δεν βρίσκει τον παραλήπτη, που ξέρει ποιος περιμένει γράμμα και ποιος
χρειάζεται λίγη παρέα. Ο ταχυδρόμος δεν είναι υπάλληλος, είναι μέρος της κοινότητας. Στα χωριά και τις μικρές πόλεις, είναι συχνά ο μόνος που περνάει κάθε μέρα, ο σύνδεσμος με τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτή τη σχέση δεν τη μετράς σε κόστος ανά συναλλαγή. Δεν την αντικαθιστάς με app. Δεν την κλείνεις με μια ανακοίνωση. Αλλά για τον Χατζιδάκη και την παρέα του, όλα αυτά είναι φολκλόρ, εμπόδιο στην κερδοφορία, νοσταλγία άλλων εποχών. Μόνο που δεν είναι νοσταλγία. Είναι αλληλεγγύη, είναι κοινωνική συνοχή, είναι το ελάχιστο που οφείλει ένα κράτος στους πολίτες του.
Και όμως, κάτι συνέβη. Η ανακοίνωση για το κλείσιμο των 205 καταστημάτων προκάλεσε καθολική αντίδραση, από τα χωριά μέχρι την Αθήνα, από τους δήμους μέχρι τα συνδικάτα, από την αντιπολίτευση μέχρι τους απλούς πολίτες. Δεν ήταν μόνο η Αριστερά που διαμαρτυρήθηκε, ήταν δήμαρχοι της ΝΔ, ήταν τοπικές κοινωνίες που κατάλαβαν ότι τους κλέβουν το τελευταίο δημόσιο δίχτυ ασφαλείας. Η πίεση ήταν τόση, που η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να ανακοινώσει τρίμηνη αναστολή. Αυτό δεν είναι νίκη, είναι αναβολή. Αλλά είναι και απόδειξη. όταν οι κοινωνίες αντιδρούν, όταν ο κόσμος ξεσηκώνεται, μπορούν να σταματήσουν το αδιανόητο. Οι τρείς αυτοί μηνές δεν είναι χάρισμα, είναι υποχώρηση. Και δείχνουν ότι το σχέδιο μπορεί να σταματήσει οριστικά, αν η κινητοποίηση συνεχιστεί. Η δημόσια περιουσία δεν παραδίδεται χωρίς μάχη.
Μένει όμως το ερώτημα της υποκρισίας. Μετά το ξέσπασμα της οργής, ο Χατζιδάκης βγήκε να δηλώσει πως η απόφαση ήταν “σωστή μεν, αλλά επικοινωνιακά λάθος.” Αλλοι κυβερνητικοί παράγοντες άφηναν να διαρέι πως η κυβέρνηση πάλι, “δεν ήξερε τίποτα” και “αιφνιδιάστηκε.” Ψεύδονται. Για την ιστορία, στα υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια και σε μερίδα υπουργών η απόφαση ήταν γνωστή από τις αρχές Οκτωβρίου, όταν έγινε σχετική σύσκεψη με τη συμμετοχή της διοίκησης των ΕΛΤΑ. Εκεί πάρθηκαν οι αποφάσεις. Η “έκπληξη” της κυβέρνησης είναι προσβολή της νοημοσύνης των πολιτών. Το
“επικοινωνιακό λάθος” είναι παραδοχή ότι το σχέδιο ήταν να περάσει στα ψιλά, χωρίς αντιδράσεις. Αλλά ο κόσμος αντέδρασε, και τώρα προσπαθούν να μας πείσουν ότι όλα έγιναν από λάθος, από ατυχή συγκυρία. Δεν έγιναν. Είναι συνειδητή πολιτική επιλογή η αποδόμηση του δημόσιου, η παράδοση της
κοινής ωφέλειας σε ιδιωτικά συμφέροντα, η εγκατάλειψη των πολιτών που δεν χωρούν στα επενδυτικά σχέδια. Και είναι ευθύνη όλης της κυβέρνησης, όχι μόνο του Χατζιδάκη, όχι μόνο του Σκληκα, αλλά και του πρωθυπουργού που τους κάλυψε μέχρι που η πίεση έγινε αφόρητη. Τώρα διαλέγουν, ή θα
υποχωρήσουν οριστικά, ή σε τρεις μήνες θα ξαναδοκιμάσουν. Και τότε, η απάντηση πρέπει να είναι ακόμα πιο δυνατή.


