Κυνηγητικός τουρισμός στην Θεσπρωτία: Στις πλαγιές του Ιονίου για αγριογούρουνο…

Η γοητεία του αγριογούρουνου είναι ίδια, είτε το ψάχνεις στις πλαγιές του Ταΰγετου είτε παιδεύεσαι μαζί του κάτω από θεόρατες οξιές στη Ροδόπη. Είναι κυρίως? παράδοση, πάθος και...

Με γνώσεις… Είδα λοιπόν μεγαλύτερο βάρος σε θέματα εξοπλισμού, όπως τα μηχανάκια εντοπισμού σκύλων, σε σχέση με τους κυνηγότοπους της Μακεδονίας. Και κυρίως, περισσότερο νέους ανθρώπους να τα χειρίζονται με γνώσεις και αποτέλεσμα. Βέβαια, από την άλλη μεριά, η παντελής έλλειψη ζαρκαδιών και λύκων στην περιοχή, ουσιαστικά στρώνει το χαλί για ένα ανέμελο κυνήγι και κυρίως βοηθά αφάνταστα στην εκπαίδευση των σκύλων. Η πλειονότητα των σκύλων είναι από δικά τους κουτάβια και δική τους προσπάθεια, κάτι που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της τοπικής παράδοσης και φυσικά αντανακλά σε θετικό αποτέλεσμα στον κυνηγότοπο.

Αυτό το βασικό πρόβλημα του κυνηγιού, η εξεύρεση του ιδανικού σκύλου, σε μεγάλο ποσοστό φαίνεται λυμένο εκεί πάνω. Ο λόγος είναι απλός. Ασχολούμενοι με γεωργικές εργασίες εποχιακού πάντα χαρακτήρα, όπως η ελιά, ή εργασίες στον τομέα του καλοκαιρινού τουρισμού, έχουν τον χρόνο και τον τόπο να εκπαιδεύσουν σκυλιά κοντά στον τόπο τους και κυρίως σκυλιά που θα τους ακολουθούν για πολλά χρόνια, σε πολύ γνωστούς σ’ αυτά κυνηγότοπους. Αυτά, σε συνδυασμό με την πατροπαράδοτη βαθιά κυνηγετική παράδοση της Ηπείρου δημιουργούν ένα ιδανικό σχεδόν αποτέλεσμα, στον τομέα των σκύλων, που ουσιαστικά είναι και η καρδιά του κυνηγιού.

Πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι όλη η δυτική πλευρά της Ηπείρου αποτελεί τελικό προορισμό ταξιδιού και όχι ενδιάμεσο, όπως άλλες περιοχές κι έτσι δεν υφίσταται πίεση από διερχόμενο φόρτο, όπως τα βουνά της Θεσσαλίας και της Κεντρικής Μακεδονίας. Εδώ θα πρέπει βέβαια να αναφερθεί το πρόβλημα των Ιταλών κυνηγών – και η παρεπόμενη κυνηγετική πίεση στα κυνηγοτόπια. Η Ελλάδα, πιστεύω όμως ότι δεν είναι Αλβανία, υπάρχει σαφώς πιο οργανωμένη δημόσια διοίκηση, που ακόμη και τώρα, με τα όποια χάλια της, είναι σε θέση να προστατέψει το κυνήγι και σε μεγάλο βαθμό το κάνει. Και κυρίως, υπάρχει οργανωμένη Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή, που ομολογουμένως λειτουργεί από καιρό σε επίπεδα που πλησιάζουν τα ευρωπαϊκά στάνταρ. Βέβαια, η πίεση είναι σχεδόν αποκλειστικά τους πρώτους μήνες του κυνηγιού και αφορά πουλιά και όχι θηλαστικά. Πιστεύω όμως μετά από ρεπορτάζ στην περιοχή ότι ευθύνη υπάρχει και από εμάς, και φυσικά μπορεί ενωμένη η τοπική κοινωνία να δημιουργήσει αρνητικό κλίμα για τέτοιες ενέργειες.

Ενα άλλο σημείο, αρκετά σημαντικό για το αύριο του κυνηγιού, είναι ότι στην περιοχή υπάρχει μεγαλύτερο ποσοστό νέων ανθρώπων που ασχολούνται με το κυνήγι. Πιστεύω ότι αυτό δεν είναι απλά στοιχείο παράδοσης μόνο, αλλά κυρίως οφείλεται στο ότι ο τόπος και οι όποιες ευκαιρίες απασχόλησης «κρατάνε» περισσότερο τους νέους εκεί. Είδα με μεγάλη χαρά μέχρι και αριστερόχειρες νέους, κάτι που λείπει, ειδικά στον χώρο των γουρουνοκυνηγών. Παιδιά σαν τον Τάσο Καλόγερο, 21 χρονών, ή σαν τον Σπύρο Χριστόπουλο, 24 χρονών, είναι ευχάριστες εκπλήξεις για μένα, ειδικά μάλιστα όταν επιτόπια διαπίστωσα ότι πραγματικά ξέρουν από κυνήγι.

Δίπλα σ’ αυτούς και πολύπειροι κυνηγοί, όπως ο Μπάμπης ο Καλαϊτζόγλου από τη Ν. Σινώπη Πρέβεζας ο Πάνος Φωτόπουλος και ο Χρήστος Καλόγερος από τα Ριζά Πρέβεζας, ο Σπύρος Παπαχρήστου, που είναι και πρόεδρος του Κυνηγετικού Συλλόγου Παραμυθιάς, πλαισιώνουν πάντα ένα καλό αποτέλεσμα και φυσικά είναι συνέχεια της παράδοσης. Αίλουρος κυνηγός Και θα κλείσω με μια έκπληξη, έναν αίλουρο-κυνηγό, τον Περικλή τον Λιώλη, από τους… Αγίους Σαράντα, που ήρθε στην Ελλάδα το 1991 σε ηλικία 22 χρονών.

Τον είδα μπροστά μου σε μια δύσκολη μπηχτή τουφεκιά μόλις βγήκε από το πυκνό το αγριογούρουνο, με ένα ταλαίπωρο αλλά πολύ αποτελεσματικό σούπερ ποζέ – και το ξέρω καλά αυτό το όπλο, γιατί το χρησιμοποιώ χρόνια. Ο κάπρος ξαναμπήκε στο πυκνό και τον σταμάτησαν τα σκυλιά. «Κώλωσε», μου λέει, και μπαίνει μέσα, από μια τρύπα διαμέτρου το πολύ 70-80 εκατοστά. Αγκάθια, πυκνούρα, ζόρι διαβολεμένο. «Ελα», φωνάζει, «έπεσε». Και πήγα. Ηταν περίπου δύο η ώρα το μεσημέρι, σε έναν λόφο ούτε τριακόσια μέτρα από το μανιασμένο κύμα του Ιονίου. Ακουγα τα κύματα να βροντάνε στην απέραντη αμμουδιά και ένιωθα τα αγκάθια να μου σκίζουν το γιλέκο. «Περίμενε, μην κουνάς τίποτα, μη χαλάς τίποτα», του φώναξα με αγωνία, μη και μου χαλάσει το σκηνικό. Μεσημέρι, αλλά εκεί μέσα το φως ήταν φως σούρουπου.

Ηταν φανερό ότι ο κάπρος γύρισε στα δικά του μέρη, όπως το χταπόδι στο θαλάμι του. Αλλά η τουφεκιά ήταν γερή, και ξαπλώθηκε μέσα στις αγκάθες. Είδα τα σκυλιά πάνω του. Πρώτα τα σκυλιά και μετά τον κάπρο. «Περικλή, μια φωτό για το ‘’Εθνος – Κυνήγι’’», του είπα και ετοιμάστηκα «Στάσου ωρέ, να φτιάξω τα μαλλιά μου», είπε ο Περικλής… Ναι, ήθελε να σιαχτεί, εκεί μέσα στην πυκνούρα, μέσα στον χαλασμό. Μια σκηνή που με ταξίδεψε στην παράδοση, μια στιγμή ανεπανάληπτη.

«Στάσου ωρέ…» Και στάθηκα. Τώρα, όσοι μπορούν ας καταλάβουν τι θα πει κυνήγι και παράδοση, αλλά και οι άλλοι ας νιώσουν ότι το κυνήγι θα υπάρχει εκεί έξω πάντα, ειδικά σ’ αυτά τα όμορφα και ιστορικά γκρέμια της πιο μαγικής πατρίδας του κόσμου.

Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ
Σωτήρης & Αθηνά Δημηροπούλου
In this article

Join the Conversation